παρακαλώ περιμένετε...
ΦΥΛΕΣ ΤΩΝ ΖΩΔΙΩΝ
Δεν βρηκα Τιτλο.Συγνωμη..

Ποτσνταμ Παρασκευή 19 Απριλιου 13:20

To λεωφορειο μας κατεβασε λιγο πιο μακρια απο το παλατι  Σαν Σουσι.

«Δεν θα ερθω μαζι σας στο παλατι, πρεπει να παω καπου αλλου». Ενιωσα τα βλεμματα τους να με κρινουν με τον χειροτερο τροπο.Ακουγα τις σκεψεις τους. Ελεγαν, «Μα τι σκεφτηκε παλι.Παλι τα ιδια..» «Ποια μουρλα σκαρφιστηκε ξανα. Παντα τα ιδια κανει.Μια ζωη περιεργος.» Επειτα ειπαν,ενταξει κανε οτι θελεις.Δωσαμε ραντεβου σε μια ωρα  να βρεθουμε δεξια της αυλης.Κατεβηκα το δρομακι.Εριξα μια ματια στο βαθος να σιγουρευτω.Δεν ηταν προιον της φαντασιας μου.Ηταν πραγματικη αναμνηση. Το  «Καστρο» βρισκοταν εκει,στο λοφο οπως ακριβως το θυμομουν.Ηταν ενα ερειπιο χωρις εισοδο,χωρις καμια ταμπελα τιποτα που να επεξηγει οτι ηταν αξιοθεατο η μνημειο. Πηρα διαισθητικα το δρομακι που πιστευα πως θα με βγαλει στο δρομο για κεινο.Ηταν μια καταπληκτικη μερα.τα φυλλα των δεντρων ηταν καταπρασινα,ορισμενες φορες παραμεριζα μερικα η εσκυβα για να μπορεσω να περασω χωρις να μου γρατσουνισουν το προσωπο.

 Πρεπει να ημουν γυρω στα 13 οταν πρωτοαντικρυσα αυτο το ερειπωμενο καστρο απεναντι ακριβως απο το μεγαλοπρεπο τουριστικο θερετρο του Σαν Σουσι. Σαν εκρηξη, ενα πρωτογνωρο συναισθημα ξεχυθηκε μεσα μου,αναφωνισα πως ηθελα να το επισκεφθω.Οι μεγαλυτεροι μου το απαγορεψαν.Περασαν καποια χρονια ακομα.Ημουν γυρω στα δεκαεπτα. Ετυχε να επισκεφθω ξανα το σημειο.Το καστρο στεκονταν εκει απεναντι ελαφρως παραλλαγμενο προφανως λογο της μνημης μου,του προσωπικου μου «φακου».Ομως  με κυριευε το ιδιο συναισθημα.Μια παρορμητικοτητα  ζωωδης.Ηταν ομως αδυνατο να φτασω για ακομη μια φορα ως εκει.Ημουν υπο περιεριορισμο. Ενα συχνο φαινομενο που συνεβαινε στην ζωη μου οταν ηθελα να αγγιξω την επεκταση. Εφυγα για ακομα μια φορα με το ανολοκληρωτο.

Τωρα ημουν 25 κι ομως δεκα ολοκληρα χρονια μετα ειχα την ιδια λαχταρα.Ποσο δεν αλλαζουμε τελικα με το χρονο;we donʼt change,we only experience. Βρισκω πολυ πονο μεσα σε ολο αυτο,αλλα και μεγαλη σοφια.

Το μονοπατι ηταν πανεμορφο.Παρελειψα να απομακρυνω ενα κλαδι ενος δεντρο και μου γρατζουνισε το μαγουλο. Το πρωτο σημαδι της περιηγησης μου.Φανταστηκα τις νυμφες να χορευουν τα πρωινα σε κυκλο στο παχυ γρασιδι.Ειχα ξεχασει τα παντα.Ημουν εγω και η φυση μοναχα.Ημουν η φυση.Για ενα λεπτο νομιζω πως εγινα εκεινη,δεν ημουν κατι ξεχωρο.Ημουν εκεινη.

Και τοτε συνεβει κατι τρομερο, φανηκε μπροστα μου το Καστρο.Δυο δρομακια εβγαζαν σε δυο διαφορετικες εισοδους του.Το ενα ηταν εκεινο των τουριστων,στρωμενο με γυαλιστερη πετρα.Για ενα λεπτο φανταστηκα πως την εβγαζαν απο το βουνο πριν 1000 χρονια,για να φτιαξουν τον δρομο αυτο που πατησαν πολλοι πολεμιστες.Ο αλλος εμοιαζε να ειχε ανοιχτει απο τα ποδια των περιηγητων που για χρονια εκοβαν μεσα απο το γρασιδι και τα αγριοχορτα θεωρωντας τον πιο γρηγορο.Ηταν ο δρομος τον προσκυνητων.Ημουν προσκυνητης.

Ξεκινησα με στοχο να ανεβω στο καστρο,επειδη ενα βραδυ οντας γυρω στα 16 ξυπνησα απο ενα ονειρο κατα το οποιο ειχα ανεβει λεει στις στηλες στο καστρο και κραυγασα..

Πηρα λοιπον το δρομο των προσκυνητων.Η ωρα ηταν 13,30.Το Καστρο υψωθηκε μπροστα μου,κατεστραμμενο.Απογητευτηκα.Μεσα στο μυαλο μου,μεσα στη φαντασια μου,ετσι οπως το θυμομουν απο μακρια η ετσι οπως η φαντασια μου το προσομοιωνε οταν θα εφθανα κοντα του,ηταν διαφορετικο.Δεν ηταν αυτο που τρομαζε τοσο ομως.Μια αισθηση οτι εχω ξαναρθει εδω περα με κατεκλυσε.Ποτε;Πως;Γιατι;.Μηπως ειχα ερθει την πρωτη φορα και το ξεχασα;Αποκλειεται.Παντα ημουν πολυ κακος στο να ξεκαθαριζω φανταστικες αναμνησεις απο πραγματικες.Το προβλημα δεν ηταν να διαχωριζω την φαντασια απο την πραγματικοτητα αλλα ποια αναμνηση ηταν πραγματικη και ποια φανταστικη.Ενιωσα φοβο,απογοητευση.Ακομα κι αυτην την στιγμη που μιλαω δεν εχω κατασταλαξει αν τελικα επισκεφθηκα κι αλλη φορα εκεινο το μερος.Ειναι τρομακτικο και αστειο συγχρομως.Κοινως ειναι τραγελαφικο.Μια γλυκια ζαλη με κατακλυζει καθε που το επεξεργαζομαι ολο και πιο βαθια.

Το Καστρο υψωνοταν μπροστα μου.Κι ο φοβος μου μεγαλωνε.Τι ηταν αυτο που τελικα φοβομουν.Το αν εχω ξαναρθει εδω περα και δεν το θυμαμαι;Κι αν ναι γιατι;

Παντα ημουν πολυ δυσκολος στο να ξεχωρισω καποια φανταστικα απο πραγματικα γεγονοτα της ζωης μου. Μεσα μου ξεχυθηκε σαν αναλαμπη μια αληθεια. Φοβομουν την απομυθοποιηση του ονειρου.Δυστυχως ποτε μου δεν απεκτησα το συνδρομο του σκυλου του Παυλοφ, επαναλαμβανονταν συχνα πολλα ιδια μοτιβα στην ζωη μου ομως αυτο δεν με τρομαζε  αντιθετα με τους αλλους ανθρωπους εμενα δεν μου χτυπουσαν το καμπανακι που χρησιμοποιουσε ο Παυλοφ στο σκυλο του.Γιατι ξεχνουσα.Ξεχνουσα χωρις να το Επιδιωκω..Κατι που νιωθω πως ξεκινησε απο την παιδικη μου ηλικια. Ηταν εκεινη η στιγμη στην ζωη μου που ο «Κοντος» πεταχτηκε μεσα απο τα ονειρα μου κι αρχισε να οριζει την καθημερινοτητα μου.Απο τοτε και στο εξης αρχισα να ξεχναω χωρις να το επιδιωκω νιωθοντας παντα εκεινο τον μικρο πλασματακι να συσωρευει ολες τις θυμισες και τους συνειρμουςσκεψεων. Ισως γιαυτο να ηταν παντα τοσο θυμωμενος μαζι μου..ο Μετρο.Ολο αυτο ηταν Μια αυτοματοποιημενη υποσυνειδητη  διαδικασια.Δεν ειχε σημασια ομως.Δεν ειχε σημασια οτι μεσα μου υπηρχε ενα περιεργος μηχανισμος που θολωνε της αναμνησεις,δεν ειχε σημασια να θυμηθω ποσες φορες μπορει να περασα απο μια παρομοια κατασταση,αλλωστε και να προσπαθουσα θα μου ηταν τρομερα δυσκολο να  συγκεντρωθω ωστε να τα καταφερω.Ηταν χασιμο χρονου.Υπηρχε ομως κατι πιο σημαντικο απο τον Παυλοφ  το σκυλο του,το φαι του και το καμπανακι.Υπηρχαν τα αρχαια παραμυθια.Και μπορουσα να τα θυμηθω ολα.Οτι περασε ποτε μεσα απο το μυαλο μου ως ιστορια,περσονα,μαγικο,μυθικο πλασμα ,τα παντα.Και τοτε πανω στο δρομακι που ειχα πλασει μεσα στο μυαλο μου ως των προσκηνυτων εγινα ξανα πεντε ετων..Μια γυναικα καθε βραδι μου διαβαζε αυτα τα παραμυθια.Κοιταξα γυρω το δωματιο μου,οι μυθοι κρεμονταν απο το πολυφωτο,στα ραφια οργιαζαν τα πλασματα του φανταστικου.Ενας φωσφοριζοντας βατραχος σαν κι αυτον που φιλησε η πριγκιπισσα στεκοταν διπλα μου,στο πατωμα σωριασμενα ορισμενες φορες κακοποιημενα,παραμυθια,κουκλινες περσονες του φανταστικου,χρωματα παντου.Αυτος ηταν ο κοσμος μου και η Αλικη ημουν εγω.Ενας κοσμος του Οζ.

Δυο αγαπημενες φιγουρες με ντυναν καθημερινα με το παπλωμα που πανω του ειχε κεντημενα οτι ξεστομισε ποτε το φαντασιακο μερος του ανθρωπου.Και ενιωθε μεσα στο κουτι μετα παραμυθια μια ανοιξιατικη ζεστασια.Ενα βραδυ ομως Διψασα.Βγηκα απο το δωματιο κι ετρεξα στην κουζινα να πιο λιγο νερο.Εκει  στο παραθυρο της μου εβλεπε εξω στην αυλη διαπιστωσα για πρωτη φορα τι κινουνταν απ΄έξω.Κι ειδα ενα απο τα παιδια της Στυγος και του Παλλαντα να καραδοκει.την Βια,Πεταγε πανω απο την στεγη μας, κραυγαζε μεσα στην αυλη.Μου κουναγε το δαχτυλο και μεσα σε μια στιγμη μου ειπε πως δεν θα με προστατευουν για πολυ τα αρχαια παραμυθια.Καποιος ηρθε απο πισω μου μεσα στο σπιτι. Ακουσα τα βηματα του.Μου εκλεισε με την φουχτα του τα ματια.Ακουσα ενα ξερο « πηγαινε να κοιμηθεις» κι σαν να μην συνεβαινε τιποτα το αλλο πρωι ενα θαυμασιο γευμα καποιας δυτικοευρωπαικου τυπου οικογενειας απλωθηκε στο τραπεζι,οπου οι περισσοτεροι μιλουσαν για τα μυστικα του Στοουνχεντζ, η  για τα μελισσια στο κτημα του παππου.

Κι ομως απο εκεινο το βραδυ περιμενα να κοιμηθουν ολοι και γυρναγα πισω στο παραθυρο, και εκεινη καθοταν οκλαδον με μια στραβη μαγκουρα στο χερι,και μαυρο σαβανο πανω της.Ενα στεμα ολοχρυσο με πορφυρα πετραδια πανω στο κεφαλι της.Με ηρεμη  φωνη μου ειπε «Ειμαι η Βια.Και δεν θα σε προστατευουν για πολυ ακομα τα αρχαια παραμυθια.Καποτε θα μεγαλωσεις,και θα βγεις απο το παιδικο δωματιο θα βγεις απο το σπιτι των πνευματων.Και θα με νιωσεις.Δεν με κοιταζε ειχε το βλεμα στραμμενο κατω.

Τοτε λοιπον καταλαβα γιατι μεσα στα ονειρα μου η μητερα δεν μου ελεγε παραμυθια αλλα ηταν ζωσμενη με αρματα,κι οταν εβγαινε απο το σπιτι επαιρνε το περπατημα της «χηνας».Τοτε καταλαβα γιατι ενα βραδυ ακουσα φωνες στο πλατυσκαλο της εξωπορτα και ειδα αντρες και γυναικες με «πυρσους».Τοτε καταλαβα γιατι πατερα εφευγες τα βραδια με το «κυνηγετικο» σου οπλο παραμασχαλα.Ζουσατε στο κοσμο της Βιας.Και δεν θελατε να την γνωρισω ποτε.Γνωριζατε πως τα βραδια φυλαγε το σπιτι μας σαν πιστο σκυλι.Και για να ηρεμησετε το δεκτικο μυαλο μου σε επιρροες μου διαβαζατε τα αρχαια παραμυθια.Ντυνατε με χρωματα τον κοσμο μας για να μην γνωρισω ποτε αυτο που ειχατε μαθει να αντιμετωπιζετε απο παιδια.Ομως δεν ειναι  τοσο ευκολο γονεις μου.Δεν ειναι τοσο ευκολο να κρυψεις καποιον.Δεν ειναι ευκολο να μην σε επηρεασει η βια και η επιθετικοτητα της.Ο σκυλος του Παυλοφ και το καμπανακι τους με βρηκε εν τελη.Γιατι εβλεπα τα προσωπα σας επειτα απο της μαχες που δινατε με την Βια .Αποκαμωμενοι ερχοσασταν σπιτι.Ισως τα παραμυθια ηταν λυτρωτικα και για σας.Σας εμαθα μεσα σε μια στιγμη. Ειδα την διττη σας φυση.Τωρα καταλαβα πιους μοιαζω και γεννηθηκα αναμεσα σε δυο.Η Νυμφη των νερων μητερα, γινοταν μια αυταρχικη βασιλισσα  ο ηρεμος candyman εκρυβε μεσα του εναν Πετρελαια.Και αληθινα τωρα που το σκεφτομαι εισαστε και εισασταν τοσο αξιοπρεπεις λογω αυτου του πραγματος.

 

http://www.youtube.com/watch?v=EdVIvyTMvm4&feature=related

 

http://www.youtube.com/watch?v=ml2Ae2SIXac&feature=fvst

 

 Ειδα την μια να πετα τα λεπια της και ναριχνει ψυχρη πουδρα πανω στο αγγελικο της προσωπο.Ειδα τον αλλο να βαζει της γκαλοτσες.Η Βια ομως ζητα εμενα.Εγω ειμαι λεει το προσφορο εδαφος της.Γιατι αραγε;Ενα βραδυ της φωναξα καταμουτρα.Γιατι μια ζωη εμενα;

Απαντησε «Γιατι μονο εσυ μπορεις να με θρεψεις τοσο οσο θελω.Μεσα απο σενα μπορω να κανω οτι δεν μπορεσα να φανταστω πως θαʼκανα ποτε μου.Εσυ εισαι το σεντουκι με αρχαια παραμυθια.Εισαι το Οργιο των Μυθων.Ετσι θρεφομαι,ετσι εξελισομαι.Εσυ εισαι το κουτι της πανδωρας.» Ετσι λοιπον απο τοτε που εμεινε ο κοντος  για παντα στα ονειρα μου,η Βια μπηκε απο το παραθυρο μεσα στο σπιτι.Κι αν ολα τα υπολοιπα στον κοσμο μου επαναλαμβανονταν,δυσαρεστα κι ευχαριστα ο σκυλος του Παυλοφ μεσα μου αντιδρουσε μονο σε αυτη.Μεσα μου φοβομουν παντα την δικη μου Βια,την δικη μου επιθετικοτητα γιατι μπορουσε να χρησιμοποιησει την ενεργεια της φαντασιας ολων των παραμυθιων.Δεν υπαρχει χειροτερο πραγμα απο την φαντασια για να θρεψει την Βια.

 

Εφτασα στο Καστρο.Εριξα μια προσεκτικοτερη ματια τριγυρω.Τωρα ειχα την αισθηση οτι δεν εχω ξαναρθει.Ησυχασα.Το ερειπωμενο αυτο καστρο ειχε γινει υδραγωγειο.Γιαυτο μαλλον δεν ηταν πια μνημειο.Μια πελωρια δεξαμενη νερου σαν τεραστιο πηγαδι απλωνοταν εντος των τειχων.Δεν ηταν δυνατο.Οτι σκεφτομουν πριν λιγα λεπτα μορφωποιουνταν μπροστα μου.Ειχα παντοτε αυτο το χαρισμα στην καθημερινοτητα μου.Αλλωστε ζουσα στην χωρα του Οζ.Το καστρο ηταν οι τειχοι του σπιτιου μου,κατεστραμμενο πλεον,με τα χρονια ,απο πολεμους,φυσικη καταστροφη,ποιος μπορει να ξερει;Η Βια μπηκε μεσα παντως.Και μεσα απο τα τειχη υπηρχε αυτο το τεραστιο πηγαδι ,ομοιο με λιμνουλα.Εμοιαζε καταπληκτικα λιμνουλα υπο περιορισμο τσιμεντενιου φραχτη.Εδω επλεαν τα αρχαια παραμυθια.Εδω μεσα ηταν ο χωρος του Ποσειδωνα.Απο δω μεσα τρεφονταν χιλιαδες ισως και εκατομυρρια ανθρωποι.

Επρεπε ομως να ανεβω στις στηλες.Το μπροστινο μερος του τειχου που δεν ειχε πεσει.Αδυνατο.Ηταν πολυ ψηλα.Πιαστηκα απο απο καποιες εσοχες της πετρας.Γλιστρωσα,τα ποδια μου δεν εβρισκαν πατηματα.Πηρα φορα δεκαδες φορες να μπορεσω να σκαρφαλωσω.Τιποτα.Ηταν αδυνατο να ανεβει ανθρωπος εκει πανω με τα χερια και τα ποδια του ως μονο εφοδιο.Εριξα μια ματια στα παπουτσια μου.Ηταν καινουργια και πανακριβα.Ειχαν κομματιαστει απο τις προσπαθειες.Η απογοητευση με κατεκλισε.Δεν ηταν δυνατο να ανεβω,κατεστρεψα και τα παπουτσια μου.Ειπα στον εαυτο μου,οτι φτανει που εφτασα ως εδω.Εκανα να φυγω.

Οχι δεν φτανει! Οπως οταν ειμαστε παιδια ενα « Αν κανω αυτο,θα συμβει αυτο»Μια εντελως μυστικιστικη αποψη για την μοιρα με κυριευσε.Στα ονειρα μου,ξυπνιου η υπνου ανεβαινω στις στηλες και κραυγαζω.Πρεπει να το κανω!Αν δεν το κανω δεν θα μπορεσω να κανω τιποτα στην ζωη μου.Θα ειμαι παντα ενας νικημενος.Ενας ανθρωπος που δεν προσπαθησε που την τελευταια στιγμη λακισε.Το πρακτικο,συντηρητικο μου μερος κραυγαζε κι εκεινο επισης. «θα σκοτωθεις..στην καλυτερη θα τραυματιστεις,θα ρεζιλευτεις,θα καταστρεψεις τα ρουχα σου..Τελειωσε.»

Αν δεν το κανω δεν μπορω να γυρισω πισω.Δεν μπορω να γυρισω στους φιλους μου,δεν μπορω να γυρισω στην Ελλαδα.Σε ολο μου το ταξιδι δεν φανταστηκα μνημεια,εξοδους,εκθεσεις,διασκεδαση.Οραματιστηκα μονο την στιγμη που θα ανεβαινα εκει πανω.Εβγαλα το τζακετ μου που δεν με βοηθουσε στην αναριχηση.Εξετασα το τειχος.Ξεκινησα να σκαρφαλωνω.Τα ποδια μου γλιστρουσαν πανω του,το εγδερναν δεν πατουσαν πουθενα απλα εσπρωχναν σαν παρανοικα,οι παλαμες μου ειχαν γδαρθει,ακουσα ενα θορυβο τα γυαλα μου που ειχα στην τσεπη πρεπει να ειχαν γινει κομματια.Θα ανεβω κραυγαζα απο μεσα μου.Θα ανεβω κι ας χρειαστει να πεθανω η να μεινω αναπηρος.Το τειχος ειχε υψος γυρω στα 8 μετρα απο εδαφος της εξω πλευρας,οπου εκφυονταν κατι λιγοστοι θαμνοι.Για μια στιγμη ενιωσα να φευγω κατω.Ισορροπησα.Με επιασε ενας τρομος.Ο τρομος του θανατου.Προσπαθησα να μην κουνηθω.Ειναι εκεινο το σημειο που εχεις την αισθηση οτι καθε σου επιλογη μπορει να ειναι μοιραια για την ζωη σου.Για μια στιγμη μετανιωσα που πηρα την αποφαση να ανεβω.Μεσα σε κλασματα του δευτερολεπτου σκεφτηκα τους φιλους μου να με βρισκουν ενα βημα πριν το θανατο η ακομα και νεκρο.Τους γονεις μου να μαθαινουν οτι σκοτωθηκα περιεργα απο μια αναβαση..Ολο τους τον πονο.Φοβηθηκα την μη υπαρξη,εγω που παντα κραυγαζα οτι ο θανατος δεν ειναι μη υπαρξη.Κι ομως!Ποσο ανθρωπινοι ειμαστε σε τετοιες στιγμες.Ποσο ευκολα ειναι ολα οταν τα ξεστομιζουμε. Ξαφνικα με πιανει μια νοσταλγια για οσα πραγματα θα χασω αν σκοτωθω,μια περιεργη αισθηση να ζησω  κι οτι δεν εζησα αρκετα.Ποσο ηλιθιος ημουν.Πρακτικα δεν ειχα οπτικο πεδιο.Μου ηταν αδυνατο να δω καποιο σημειο ωστε να πιαστω.Η καρδια μου χτυπουσε σαν τρελη.Ενα λαθος ,οχι βημα αλλα νευμα και θα κατερρεα μεσα σε πετρες ερειπιων βραχους και θαμνους.Θα κομματιαζομουν.Τρομος!Πρακτικα δεν υπαρχουν περιθωρια.Χρειαζομαι την φαντασια.Αυτη που τοσα χρονια ζουσαμε μαζι.Μια αισθηση οτι ισως με προδωσει την ωρα που την χρειαζομαι περισσοτερο στην ζωη μου με διαπερνα.Σκεφτομαι ολα αυτα απιστευτα γρηγορα.Σαν παρανοικος.Οι σκεψεις ειναι αυτοματοποιημενες,εναλλασονται η μια της αλλης με ιλιγιωδη ταχυτητα.Λιγη σταλα εμπνευσης,λεω απο μεσα μου.Μη με προδωσεις τωρα.ο ιδρωτας σταζει πανω μου.εχω λαχανιασει σαν να με εχουν κυνηγησει πανθηρες μεσα στην ζουγκλα.Απλωνω το χερι μου με το πιο λεπτο  και διακριτικο τροπο που εχω κανει στην ζωη μου.Φανταζομαι πως πιανω κατι.Γιατι θελω να αρπαχτω απο κατι.Πιανω κατι.Πρεπει να το εμπιστευτω,στα τυφλα ναι.Ειναι ο μονος τροπος.Τα χερια μου με τραβανε προς τα πανω.Εχω αναριχηθει σχεδον.Το μισο μου κορμι ανεβηκε.Τρεκλιζω περιεργα,με πιανει ο ιδιος φοβος.Ανεβηκε η μεση μου.Η αυτοπεποιθηση μου ανεβαινει.Εφτασα ως εδω.Eιμαι ο Σπαιντερμαν.Μπορω να ειμαι τα Παντα..Ειμαι Ολα.Ειμαι οτι μπορω να φανταστω οτι ειμαι.Ειμαι τα Παντα.Μπορω να κανω τα παντα.Αν μπορω να κανω τα παντα ειμαι ο Κοσμος.Ανεβηκα πανω.τα γυαλια μου προεξειχαν απο την τσεπη μου.Καταστραφηκαν.Ειναι σημαδια των βοιωματων μου.Οι ολες των μαχων μου.Οχι ομως απωλειες.Τελεψαν το χρεος τους.Δεν λυπαμαι.Οπως και τα παπουτσια μου.Εχουν γδαρει τελειως. Στεκομαι αναμεσα στις στηλες και υψωνω τα χερια μου.Δεν ξερω που τα απλωνω.Οχι στο θεο.Οχι στον Κοσμο.Τα απλωνω γιατι ειμαι ο Κοσμος.Κι αγκαλιαζω οτι ζει μεσα μου.Κραυγαζω δυνατα αυτο που φανταστηκα στα ονειρα μου τοσο κατα τον υπνο οσο και και με στο φως της μερα. «Ειμαι ο Θεος Ερπετο!!!»Ειμαι ενας Ουροβορος Οφις,ειμαι ο χρονος..

Ειμαι ο θεος Ερπετο κι εχω μεσα μου ολες τις οψεις κι εκφρασεις του.Ειμαι η Βια,ειμαι η Νικη, ειναι ο Ζηλος και το Κρατος ,ειμαι ολα τα παιδια της Στυγας και του Παλλαντα.Το τελευταιο οχυρο επεσε. Αν ειμαι ολα ,ειμαι σε δυο ζευγη, ισορροπω ,δεν φοβαμαι πια.

Ενας εργατης  με ενα καροτσι εχει σταματησει και με κοιταζει απ΄την στιγμη που χωθηκα αναμεσα στις στηλες.Νιωθω στην αυρα του το παραδοξο του θεαματος.Δεν τολμα να γελασει, δεν τολμα να με επιπληξει γιαυτο που εκανα,να με περιγελασει.Δεν ειμαι ενας ακομα τρελος γιαυτον.Ενα αορατο νημα με συνδεει με καθε υπαρξη.Ειμαι η καθε υπαρξη.Ο εργατης με νιωθει.Κι ας μην καταλαβαινει τι κανω.Κοιταζει οπως θα κοιταζε ενας χωρικος της Θρακης αν επεφτε ξαφνικα πανω στα Καβειρια μυστηρια.Ειμαι σιγουρος πως μεσα και στον ιδιο οργιαζουν τα αρχαια παραμυθια.Δεν νιωθει ευχαριστηση.Ουτε κι εγω την νιωθω.Τα ματια του ομως εκφραζουν θεαση.Νιωθω λυτρωση.

 

Ειμαι ο Κοσμος,μπορω να με δωσω σε ολους γιατι ειμαι ολοι.Ειμαι η θαλασσα πουλαω τα νερα της,μπορω να θρεψω καθε ψυχη, ειμαι καθε ψυχη.Επιτελους λυτρωθηκα απο το νου και την καρδια,ανεβηκα ποιο πανω..

 

 Ειμαι ελευθερος..

 

 

Ειμαι ελευθερος..
 

 

http://www.youtube.com/watch?v=ktaMYFxgiHI

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σχόλια:    Αξιολόγηση:
παρακαλώ περιμένετε...

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αξιολόγηση: χωρίς αξιολόγηση

έχουν γενέθλια 237 μέλη.

ΦΥΛΕΣ - ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙΣ

  • loading...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΧΟΛΙΑ

  • loading...
  • loading...