παρακαλώ περιμένετε...
ΦΥΛΕΣ ΤΩΝ ΖΩΔΙΩΝ
Συμβολική Ιστορία Πρώτου Οίκου

 Ήταν η πρώτη φορά που έφευγα για ταξίδι μόνος μου σε νησί, χωρίς να ξέρω κανένα. Ήμουν ένας ξένος σε ένα ξένο τόπο. Μετά την τελευταία διάλεξη που είχα παρακολουθήσει στο πανεπιστήμιό μου πριν έρθω εδώ, με θέμα τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, έβλεπα πια τη θάλασσα με άλλο μάτι. Είναι παράξενη αίσθηση να γνωρίζεις ότι γεννήθηκες από μέσα της, οπότε σε αυτό το ταξίδι ήθελα να περάσω μια νύχτα μαζί της σα να αφιερώνω χρόνο στη μάνα μου. Με το που πάτησα στο παλιό εκκλησάκι, ήδη διψασμένος και με τα πόδια μου γεμάτα άμμο και αλμύρα από το μονοπάτι που περνούσε από την ακρογιαλιά, έμεινα για λίγη ώρα να κοιτάζω από το παράθυρο τη δύση του ήλιου μέσα στο πέλαγος.

  Το εκκλησάκι είχε τρία παράθυρα, το ένα σπασμένο από χρόνια. Οι ντόπιοι μου είπαν ότι το είχαν αφήσει επίτηδες, μετά τον πόλεμο που είχε καταστρέψει το νησί στον πόλεμο τον προηγούμενο αιώνα. Ήθελαν να μείνει σπασμένο για να τους θυμίζει την απώλεια, έτσι ώστε ποτέ να μην ξεχάσουν τί έγινε. Η μικρή μεσαιωνική εκκλησία μεταξύ 18ου και 19ου αιώνα χρησιμοποιούνταν ως ξενώνας για τους ταξιδιώτες που δεν είχαν πού να κοιμηθούν. Τώρα είναι γνωστή ως ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα του νησιού: ο Άγιος Ξένος, ο προστάτης των ταξιδιωτών.

  Οι δοξασίες του τόπου λένε πως ήταν κάποτε η κατοικία ενός γλύπτη από μια χώρα μακρινή, που κάνενας δεν έμαθε ποιά ακριβώς,ούτε και το όνομα του. Το φώναζαν "Ξένο" και τον περιγελούσαν για τους παράξενους τρόπους και τα έργα του. Το μόνο γλυπτό που άφησε σαν πέθανε ήταν ένας μισοτελειωμένος βράχος από το νησί, μια απόπειρα να κάνει το πορτραίτο του - να σμιλεύσει το πρόσωπό του πάνω στην πέτρα. Πάντα πλήγωνε τον εαυτό του, πότε χτύπαγε με το σφυρί και πότε κάρφωνε τα δάχτυλά του με το καλέμι, αλλά πάντα άντεχε τον πόνο. Ο κόσμος τον περνούσε για τρελό επειδή δεν ήθελε να βγει ποτέ από το σπίτι του - το παλιό εκκλησάκι - κι έμενε μέρα νύχτα μέχρι να τελειώσει το έργο του, κι επειδή πάντα μιλούσε για τον "Έξω Κόσμο" και τα μυστικά που οδηγούν τον άνθρωπο στην ανακάλυψή του. Όταν του έλεγαν να τους τα αποκαλύψει, εκείνος απαντούσε "Σςςςς... " και ύστερα έμενε σιωπηλός. Μια μέρα πριν την εισβολή στο νησί, τον βρήκαν πνιγμένο στην ακτή κάτω από το εκκλησάκι με μια πέτρα - το πρώτο του και τελευταίο αριστούργημα - δεμένη στο λαιμό του. Οι ντόπιοι το θεώρησαν οιωνό του πολέμου, και μετά το θανάτο του τον ανακύρηξαν άγιο. Κατάλαβα γιατί, μετά τη νύχτα που πέρασα στην κατοικία του σαν ξένος που δεν είχε πού να κοιμηθεί...

  Ήμουν εξαντλημένος και ξάπλωσα στο πάτωμα να κοιμηθώ. Το σπασμένο παράθυρο έτριζε από τον άνεμο, και το κύμα που χτυπούσε στα βράχια με νανούριζε με τον ήχο του αφρού. Σκεφτόμουν τη διάλεξη για τη ζωή που ξεκίνησε από το νερό και τα μυστικά του "Έξω Κόσμου" έξω από το σπασμένο παράθυρο της εκκλησιάς, και τα μάτια μου βάραιναν από τον ύπνο. "Ποιό είναι το μυστικό;", αναρωτήθηκα. Κι ένας ψίθυρος από τα κύματα μου απάντησε "Σςςςςς... Σςςςς... Σςςςς...Σςςςς..." Ήταν σκοτάδι και δε μπορούσα να δω τίποτε, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να ακούσω πιο προσεκτικά. Έκανα την ίδια ερώτηση και πήτα τον ίδιο ψίθυρο ως απάντηση. Έβγαλα το κεφάλι μου έξω από το παράθυρα και συγκεντρώθηκα στους ήχους του νερού:

  "Σσσσσσσσσσστη θάλασσσσσσσσσσα μέσσσσσσσα θα δειςςςςςςςς...Σσσσσσσσσσστη θάλασσσσσσσσσσα μέσσσσσσσα θα δειςςςςςςςς...Σσσσσσσσσσστη θάλασσσσσσσσσσα μέσσσσσσσα θα δειςςςςςςςς...Σσσσσσσσσσστη θάλασσσσσσσσσσα μέσσσσσσσα θα δειςςςςςςςς..." ήταν τα λόγια του επαναλαμβανόμενου ψιθύρου.

 Έτρεξα στην πόρτα και κύλησα στο μονοπάτι μέσα από τα βράχια ως την ακτή, και πήρα μια βαθιά ανάσα για να πέσω στα νερά και να αποκαλύψω τα μυστικά τους. Έπεσα και χτύπησα τα γόνατά μου, και αίμα έτρεχε από τις γραντζουνιές στο έδαφος.

  "Μα τί συνέβη;, είπα. "Γιατί δε βουτάω στα νερά; Δεν υπάρχει εδώ θάλασσα. Και μέσα της δε μπορώ να δω".

  Έμεινα για λίγο στο σκοτάδι.

"Δε μπορώ...να δώ; Θεέ μου, είμαι τυφλός!"
 
  Άνοιξα τα μάτια και συνειδητοποίησα πως βρισκόμουν μέσα στο εκκλησάκι, και ότι ήμουν σε όνειρο. Δεν ήμουν στα αλήθεια τυφλός. Ή μήπως ήμουν μέχρι εκείνη τη στιγμή; Είχε ξημερώσει και όπως το πρώιμο φως του ήλιου έκαναν έφερε δάκρυα στα μάτια μου, πέταξα όλα τα ρούχα μου κι έπεσα στη θάλασσα. Ο τυφλός γλύπτης δεν έχει πρόσωπο να σχηματίσει στην πέτρα γιατί δε μπορεί να δει το δικό του. Ο δύστυχος άντρας αυτοκτόνησε όταν κατάλαβε τί του συνέβαινε στην πραγματικότητα. Είναι ο σωτήρας μου, και απο εκείνη τη νύχτα που ήρθε στον ύπνο μου, κάθε φορά που κολυμπώ τον μνημονεύω και αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για τη θυσία του...

  Είναι ο Άγιος των Ξένων και των Ανθρώπων που πέφτουν στα βαθιά νερά.



Αν πατήσετε εδώ, μπορείτε να ακούσετε το τραγούδι του τυφλού γλύπτη και να δείτε έξω από το παράθυρό του...
Σχόλια:    Αξιολόγηση:
παρακαλώ περιμένετε...

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αξιολόγηση: χωρίς αξιολόγηση

έχουν γενέθλια 219 μέλη.

ΦΥΛΕΣ - ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙΣ

  • loading...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΧΟΛΙΑ

  • loading...
  • loading...